Ενότητα 3
Ενότητα 3η Επαγγέλματα των αρχαίων Αθηναίων
Ἀθηναῖοι, ὡς καὶ οἱ ἑτέρας πόλεις κατοικοῦντες, |
Οι Αθηναίοι, όπως και αυτοί που κατοικούν στις άλλες πόλεις, |
πολλὰ ἐν τῷ βίῳ ἐπιτηδεύουσι, |
ασκούν πολλά επαγγέλματα στη ζωή τους, |
ἵνα τὰ ἀναγκαῖα πορίζωνται: |
για να εξασφαλίζουν τα αναγκαία: |
Ναυσικύδης ναύκληρος ὢν περὶ τὴν τοῦ σώματος τροφὴν |
Ο Ναυσικύδης που ήταν πλοιοκτήτης, για τη συντήρηση |
ἑαυτῷ καὶ τοῖς οἰκείοις ἐσπούδαζε, |
του εαυτού του και των δικών του μεριμνούσε |
τοῦτ’ αὐτὸ δ’ ἐποίουν |
και το ίδιο ακριβώς έκαναν |
Ξένων ὁ ἔμπορος καὶ Ξενοκλῆς ὁ κάπηλος. |
ο Ξένων ο έμπορος και ο Ξενοκλής ο μικροπωλητής. |
Πολύζηλος ἀπὸ ἀλφιτοποιίας ἑαυτὸν καὶ οἰκέτας ἔτρεφε, |
Ο Πολύζηλος συντηρούσε τον εαυτό του και τους οικιακούς του δούλους με την παρασκευή κριθάλευρου, |
ἔτι δὲ πολλάκις τῇ πόλει ἐλειτούργει. |
και ακόμα μερικές φορές προσέφερε δημόσια υπηρεσία στην πόλη με δικά του χρήματα. |
Γλαύκων ὁ Χολαργεὺς ἐγεώργει καὶ βοῦς ἔτρεφε, |
Ο Γλαύκων από το Χολαργό ήταν γεωργός και έτρεφε βόδια, |
Δημέας δὲ ἀπὸ χλαμυδουργίας διετρέφετο, |
ο Δημέας ζούσε από την τέχνη της κατασκευής χλαμύδων, |
Μεγαρέων δ’ οἱ πλεῖστοι ἀπὸ ἐξωμιδοποιίας. |
και οι περισσότεροι από τους Μεγαρείς από την τέχνη της κατασκευής εξωμίδων. |
Οὐκ ὀλίγοι τῶν πολιτῶν τέχνην τινὰ ἐξεμάνθανον, |
Αρκετοί από τους πολίτες μάθαιναν καλά κάποια τέχνη, |
οἷον τὴν τῶν λιθοξόων, κεραμέων, τεκτόνων, σκυτοτόμων, |
όπως την τέχνη του μαρμαρά, του κεραμέα, του μαραγκού, του τσαγκάρη, |
καὶ πλεῖστα ἐπιτήδεια τῷ βίῳ ἐξειργάζοντο. |
και εξασφάλιζαν πάρα πολλά αναγκαία αγαθά για τη ζωή τους. |
Παράλληλα κείμενα
Πρώτο παράλληλο κείμενο
Στους παρακάτω στίχους ο Αριστοφάνης περιγράφει διάφορους επαγγελματίες οι οποίοι ξυπνούν με το λάλημα του πετεινού, για να πάνε στις δουλειές τους.
Κείμενο
Οὕτω δ' ἴσχυέ τε καὶ μέγας ἦν τότε καὶ πολύς, ὥστ' ἔτι καὶ νῦν ὑπὸ τῆς ῥώμης τῆς τότ' ἐκείνης, ὁπόταν μόνον ὄρθριον ᾄσῃ, ἀναπηδῶσιν πάντες ἐπ' ἔργον, χαλκῆς, κεραμῆς, σκυλοδέψαι, σκυτῆς, βαλανῆς, ἀλφιταμοιβοί, τορνευτολυρασπιδοπηγοί· οἱ δὲ βαδίζουσ' ὑποδησάμενοι νύκτωρ.
Ἀριστοφάνης, Ὄρνιθες στ. 488-492
|
Μετάφραση
Και ήταν τότε (ο πετεινός) τόσο πανίσχυρος και μέγας και πολύς, ώστε, ακόμα και τώρα, από τη δύναμή του την τοτινή και μόνο που θα τραγουδήσει το πρωί αναπηδούν όλοι για δουλειά: χαλκιάδες, κανατάδες, ταμπάκηδες, παπουτσήδες, λουτράρηδες, αλευράδες, τορνευτολυρασπιδαρμοστάδες. Και άλλοι ποδένονται και περπατούν αξημέρωτα. (μτφρ. Φ.Ι. Κακριδής)
|
Δεύτερο παράλληλο κείμενο
Ο Πλούταρχος στο παρακάτω απόσπασμα από τη βιογραφία του Περικλή αναφέρει ότι ο Περικλής επιθυμούσε να μετέχει στα αγαθά της πόλης κάθε Αθηναίος.
Κείμενο
Ὅπου γὰρ ὕλη μὲν ἦν λίθος, χαλκός, ἐλέφας, χρυσός, ἔβενος, κυπάρισσος, αἱ δὲ ταύτην ἐκπονοῦσαι καὶ κατεργαζόμεναι τέχναι τέκτονες, πλάσται, χαλκοτύποι, λιθουργοί, βαφεῖς χρυσοῦ, μαλακτῆρες ἐλέφαντος, ζωγράφοι, ποικιλταί, τορευταί, πομποὶ δὲ τούτων καὶ κομιστῆρες ἔμποροι καὶ ναῦται καὶ κυβερνῆται κατὰ θάλατταν, οἱ δὲ κατὰ γῆν ἁμαξοπηγοὶ καὶ ζευγοτρόφοι καὶ ἡνίοχοι καὶ καλωστρόφοι καὶ λινουργοὶ καὶ σκυτοτόμοι καὶ ὁδοποιοὶ καὶ μεταλλεῖς, ἑκάστη δὲ τέχνη, καθάπερ στρατηγὸς ἴδιον στράτευμα, τὸν θητικὸν ὄχλον καὶ ἰδιώτην συντεταγμένον εἶχεν, ὄργανον καὶ σῶμα τῆς ὑπηρεσίας γινόμενον, εἰς πᾶσαν ὡς ἔπος εἰπεῖν ἡλικίαν καὶ φύσιν αἱ χρεῖαι διένεμον καὶ διέσπειρον τὴν εὐπορίαν.
Πλούταρχος, Περικλῆς 12.6
|
Μετάφραση
Γιατί όπου το υλικό ήταν πέτρα, χαλκός, ελεφαντόδοντο, χρυσός, έβενος, κυπαρισσόξυλο, οι τεχνίτες που κατεργάζονταν και επεξεργάζονταν αυτά ήταν οικοδόμοι, πλάστες, χαλκουργοί, μαρμαράδες, χρυσοχόοι, τεχνίτες ελεφαντόδοντου, ζωγράφοι, διακοσμητές, τορνευτές. Εκείνοι πάλι που στέλνουν και προμηθεύουν αυτά ήταν έμποροι και ναύτες και ναύτες και καραβοκύρηδες για τα υλικά που έρχονταν μέσω της θάλασσας, ενώ για τα υλικά που έρχονταν μέσω ξηράς ήταν αμαξοποιοί και ζευγολάτες και αμαξάδες και σχοινοποιοί και λινουργοί και βυρσοδέψες και οδοποιοί και μεταλλουργοί· και κάθε επάγγελμα, όπως ο στρατηγός, είχε συγκεντρωμένο δικό του στρατό, το πλήθος των μισθωτών και τους ανειδίκευτους, που γινόταν το όργανο και το σώμα της υπηρεσίας· για πω έτσι, οι ανάγκες μοίραζαν και διαχώριζαν τον πλούτο σε κάθε ηλικία και φυσική κατάσταση.
|